Κωνσταντίνος Καραμανλής
Το όνομα ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ έχει μια μεγάλη ιστορία καλή η κακή αυτό θα το κρίνει ο καθένας (κατά το δοκούν ) αλλά δεν παύουμε να τους αναφέρουμε ιστορικά.
Γεννήθηκε στη σημερινή Πρώτη, (πρώην Κιούπκιοϊ) του σημερινού νομού Σερρών στην τουρκοκρατούμενη ακόμα Μακεδονία, εξ ου και οι προσωνυμίες "ο Σερραίος", ή "ο Κιουπιοΐτης" (σκωπτικά), από τους φίλα ή ενάντια προσκείμενους προς αυτόν δημοσιογράφους, έξι χρόνια πριν την απελευθέρωση από την επική προέλαση του ελληνικού στρατού. Πατέρας του ήταν ο Γεώργιος Καραμανλής (1880 - 1932), δάσκαλος και μετέπειτα καπνοκαλλιεργητής, ο οποίος πολέμησε στον Μακεδονικό Αγώνα[1], ενώ μητέρα του ήταν η Φωτεινή Δολόγλου (1888- 1940). Είχε τρεις αδελφούς και τρεις αδελφές που κατά σειρά γέννησης ήταν η Όλγα (1911), ο Αλέκος (1914), η Αθηνά (1917), η Αντιγόνη (1921), ο Γραμμένος (1925) και ο Αχιλλέας (1929). Μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Καραμανλής ανέβηκε γρήγορα τα σκαλιά της ελληνικής πολιτικής αναλαμβάνοντας τελικά το Υπουργείο Δημοσίων Έργων στην κυβέρνηση του Ελληνικού Συναγερμού υπό τον πρωθυπουργό Αλέξανδρο Παπάγο (Κυβέρνηση Αλέξανδρου Παπάγου 1952). Λόγω της απρόσμενα υψηλής του απόδοσης στο Υπουργείο(ενώ φημολογούνταν ότι είχε και ερωτική σχέση με τη Βασίλισσα Φρειδερίκη)[5] όταν πέθανε ο Παπάγος και επρόκειτο να βρεθεί ο αντικαταστάτης του, ο βασιλιάς Παύλος πρότεινε αμέσως το νέο Καραμανλή για πρωθυπουργό. Για να το κάνει αυτό, ο βασιλιάς παρέκαμψε το Στέφανο Στεφανόπουλο και τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο, δύο έμπειρους πολιτικούς του Συναγερμού, οι οποίοι είχαν ευρέως θεωρηθεί ως οι πιθανότεροι αντικαταστάτες του Παπάγου. Ο Καραμανλής έγινε για πρώτη φορά πρωθυπουργός στα μέσα του 1955 αμέσως μετά τον θάνατο του Παπάγου σχηματίζοντας την Κυβέρνηση Κωνσταντίνου Γ. Καραμανλή 1955 και εξασφαλίζοντας λίγο αργότερα κοινοβουλευτική πλειοψηφία στις εκλογές του 1956, οπότε σχημάτισε νέα κυβέρνηση, την Κυβέρνηση Κωνσταντίνου Γ. Καραμανλή 1956. Σε αυτές επανίδρυσε το κόμμα του Συναγερμού με το νέο όνομα Εθνική Ριζοσπαστική Ένωσις (Ε.Ρ.Ε.), ένα κόμμα που πλαισίωσαν και διακεκριμένες προσωπικότητες του Κέντρου, όπως ο Τσάτσος κι ο Αβέρωφ, και με αυτό κέρδισε την πρώτη του κοινοβουλευτική πλειοψηφία, με την εφαρμογή του λεγόμενου «τριφασικού» εκλογικού συστήματος, παρά το γεγονός ότι η ΕΡΕ, σε απόλυτους αριθμούς ψήφων, είχε έρθει δεύτερο κόμμα (ΕΡΕ 47,3%, Δημοκρ. Ένωση 48,15%). Το εκλογικό αυτό σύστημα, που βασιζόταν στο πρότυπο του βενιζελικού νόμου του 1929 για την εκλογή των γερουσιαστών[6] προέβλεπε πλειοψηφικό και ενισχυμένη αναλογική στις περιφέρειες που ήταν πρώτο κόμμα η ΕΡΕ και απλή αναλογική στις υπόλοιπες, εξασφαλίζοντας έτσι στην ΕΡΕ τον μέγιστο αριθμό εδρών. Ο τρόπος με τον οποίο επικράτησε στις εκλογές έγινε αντικείμενο διεθνούς κριτικής ως εκλογικό πραξικόπημα και ξεκάθαρη νοθεία της λαϊκής βούλησης και ήδη από το 1956 ο πρωθυπουργός πια Καραμανλής κατηγορήθηκε ότι έδειχνε τάσεις αυταρχισμού.[7].Ο αντίλογος σε αυτήν την κριτική ήταν ότι έτσι εξασφαλίστηκε κυβέρνηση με ενιαίο πρόγραμμα και αποφεύχθηκε η άνοδος στην εξουσία ενός ετερόκλητου πολιτικού σχήματος αποτελούμενου από κόμματα και ομάδες από την άκρα Δεξιά ως την άκρα Αριστερά, χωρίς συγκεκριμένο πρόγραμμα, το οποίο η εφημερίδα ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ χαρακτήρισε "πανάθλιον μωσαϊκόν της αντεθνικής συμμαχίας"[8] Σχεδόν αμέσως μετά την ανάληψη της πρωθυπουργίας κατηγορήθηκε ότι ξεκίνησε τις δυσμενείς μεταθέσεις δημοκρατικών αξιωματικών και επέβαλλε στην ηγεσία του στρατεύματος ανθρώπους που συνδέονταν με την ακροδεξιά και αντιδημοκρατική οργάνωση ΙΔΕΑ.[εκκρεμεί παραπομπή] Ο θεωρούμενος ως αρχηγός του ΙΔΕΑ, Αντιστράτηγος Σόλων Γκίκας, ήταν στενός φίλος, βουλευτής και Υπουργός του Καραμανλή.[ Στα μέσα του Απριλίου το 1967[40]. Μετά την πτώση του δικτατορικού καθεστώτος της Χούντας των Συνταγματαρχών στις 24 Ιουλίου του 1974, ο Καραμανλής επέστρεψε στην Αθήνα με το αεριωθούμενο αεροπλάνο της γαλλικής προεδρίας, το οποίο έθεσε στη διάθεσή του ο γάλλος πρόεδρος Βαλερί Ζισκάρ ντ' Εσταίν, στενός προσωπικός του φίλος. Έγινε πρωθυπουργός με μεγάλη δημόσια υποστήριξη, κυρίως επειδή θεωρήθηκε ως η πιο βολική λύση για τις τότε (συντηρητικές) στρατιωτικές και οικονομικές ελίτ.[41] Σχημάτισε αμέσως κυβέρνηση εθνικής ενότητας προκειμένου να ασχοληθεί αμέσως με την κρίση της Κύπρου και για να αποκαταστήσει τους δημοκρατικούς θεσμούς στην Ελλάδα. Νομιμοποίησε το Κ.Κ.Ε., αλλά δεν κατάργησε αμέσως τη λογοκρισία και ήταν αρχικά επιεικής με τα μέλη του πραξικοπήματος του 1967 που διατηρούσαν ακόμα ισχυρές θέσεις στις Αρχές Ασφαλείας και τις ένοπλες δυνάμεις.
Εντούτοις, τα περισσότερα υπολείμματα του καθεστώτος των συνταγματαρχών, τα λεγόμενα «σταγονίδια», εκδιώχθηκαν από τον κρατικό μηχανισμό. Ήταν ο πρωθυπουργός σε σημαντικά σημεία της διαδικασίας εκδημοκρατισμού, ειδικότερα στη δίκη των δικτατόρων (στους οποίους αποδόθηκε η ποινή του θανάτου για εσχάτη προδοσία και ανταρσία, που τελικά μετατράπηκε με πρωτοβουλία του ίδιου σε ισόβια φυλάκιση, απόφαση που προσπάθησε να εκτονώσει με τη φράση "όταν λέμε ισόβια εννοούμε ισόβια"), στην οργάνωση των ελεύθερων κοινοβουλευτικών εκλογών, στο δημοψήφισμα του 1974 για την κατάργηση της μοναρχίας και την καθιέρωση της Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας, τη σύνταξη και ψήφιση του συντάγματος του 1975 και την ένταξη της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (Ε.Ο.Κ.).
Το 1974, ο Καραμανλής ίδρυσε το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας με το οποίο κέρδισε το 1974 και το 1977 τις εθνικές εκλογές και υπηρέτησε ως πρωθυπουργός μέχρι το 1980. Στον οικονομικό τομέα η ανάπτυξη συνεχίστηκε, αν και όχι με τον ρυθμό των προηγούμενων δεκαετιών, ενώ έγιναν και οι πρώτες μεγάλες κρατικοποιήσεις. Στον τομέα των εξωτερικών, ο Καραμανλής προχώρησε σε άνοιγμα πρός τις χώρες του Ανατολικού μπλόκ και υπέγραψε σημαντικές συμφωνίες επισκεπτόμενος μια σειρά κρατών. Η πολιτική αυτή μπορεί να ενταχθεί στην κρίση που σημειώθηκε στις ελληνο-αμερικανικές σχέσεις, αποτέλεσμα της οποίας ήταν και η προσωρινή αποχώρηση της Ελλάδας από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ (1974-1980).
Το 1980 παραιτήθηκε μετά από την υπογραφή της συνθήκης προσχώρησης της Ελλάδας στην ΕΟΚ. Ο πραγματικός όμως λόγος της παραίτησής του ήταν η διαφαινόμενη ήττα στις εκλογές, λόγω της ανόδου του Ανδρέα Παπανδρέου.[42] Τον διαδέχθηκε στην πρωθυπουργία ο Γεώργιος Ράλλης.
Η δεύτερη πρωθυπουργία του αντιμετωπίστηκε από ορισμένους αντιπάλους του ως το ίδιο αμφιλεγόμενη με την πρώτη: έγινε στόχος σφοδρής κριτικής από όλα τα κόμματα για την πολιτική του στην Κύπρο που θεωρήθηκε εξοργιστικά υποχωρητική[43] και σε αυτό δε βοήθησαν και οι δικές του δηλώσεις περί του ότι η Κύπρος είναι μακριά. Επίσης, κατηγορήθηκε για το γεγονός ότι χρησιμοποιούσε με σκανδαλώδη τρόπο τα κρατικά ΜΜΕ (ΕΡΤ) για την αυτο-προβολή του.[44] Άλλες αστοχίες της περιόδου 1974-1980 ήταν η γενικευμένη διαρροή θεμάτων των πανελληνίων εξετάσεων, με τον Καραμανλή να μην αποδέχεται την παραίτηση του Υπουργού Παιδείας Βαρβιτσιώτη[45] οι καταστρεπτικές πυρκαγιές στην Πάρνηθα το 1977 με 5,000 στρέμματα δάσους να καίγονται και η αδυναμία (κατ'άλλους, αδιαφορία) του Καραμανλή και του Υπουργού Δημόσιας Τάξης, απόστρατου Στρατηγού Αναστάσιου Μπάλκου, να διώξουν χουντικούς αξιωματικούς από την Αστυνομία Πόλεων και τη Χωροφυλακή.[46] Τέλος, έγινε στόχος κριτικής και σάτιρας για την μεγάλη και πολυτελή κατοικία του (το ανάκτορο της Πολιτείας) στην περιοχή της Πολιτείας, όπου έζησε το διάστημα 1980-1998.[47] Το ελληνικό κοινοβούλιο εξέλεξε τον Καραμανλή Πρόεδρο της Δημοκρατίας στα μέσα του 1980, θέση την οποία υπηρέτησε έως το 1985. Παραιτήθηκε πρόωρα, λίγους μήνες πριν τη λήξη της θητείας του, όταν ο τότε πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου ανακοίνωσε αιφνιδιαστικά ότι το κόμμα του δε θα υποστήριζε την επανεκλογή του, αλλά θα πρότεινε τον Χρήστο Σαρτζετάκη για νέο Πρόεδρο της Δημοκρατίας.Ο Καραμανλής τότε επέκρινε τη στάση αυτή του Παπανδρέου, αλλά η κυβέρνηση απαγόρευσε τη μετάδοση της δήλωσής του από την κρατική τηλεόραση. Το 1989 και εν μέσω της πολιτικής κρίσης που περνούσε η χώρα είπε την περίφημη φράση: "η χώρα μετεβλήθη σε ένα απέραντο φρενοκομείο". Το 1990 επανεκλέχθηκε Πρόεδρος από την κυβερνητική πλειοψηφία της Νέας Δημοκρατίας με αρχηγό τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη και υπηρέτησε μέχρι το 1995, όταν τον διαδέχθηκε στην Προεδρία ο Κωστής Στεφανόπουλος.
Ο Καραμανλής αποσύρθηκε από την πολιτική το 1995, σε ηλικία 88 ετών, έχοντας κερδίσει 5 κοινοβουλευτικές εκλογές και έχοντας διατελέσει 8 έτη υπουργός, 14 έτη πρωθυπουργός, 10 έτη Πρόεδρος της Δημοκρατίας, και συνολικά περισσότερο από 60 έτη στην ενεργό πολιτική. Για τη μακροχρόνια υπηρεσία του στη δημοκρατία και την ευρωπαϊκή ενότητα, του απονεμήθηκε το 1978 το διάσημο βραβείο Καρλομάγνου. Πέθανε μετά από σύντομη ασθένεια το 1998, σε ηλικία 91 ετών. Τα αρχεία του φυλάσσονται στο Ίδρυμα «Κωνσταντίνος Καραμανλής». Σήμερα, ο Καραμανλής παραμένει δημοφιλής σε πολύ μεγάλο τμήμα του ελληνικού λαού: το 2007, στη μεγάλη έρευνα της κεντροδεξιάς Καθημερινής για το πώς αποτιμούσαν οι 'Ελληνες τη Μεταπολίτευση μετά 33 χρόνια, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και οι κυβερνήσεις του κατέκτησαν τη δεύτερη θέση: ο Ανδρέας Παπανδρέου και οι κυβερνήσεις 1981-1989 κρίθηκαν ως οι καλύτερες μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας.[48].
Κώστας Καραμανλής
Ο Κωνσταντίνος Αλεξάνδρου Καραμανλής (Κώστας Καραμανλής) διετέλεσε πρωθυπουργός της Ελλάδας κατά την περίοδο 2004 - 2009. Έγινε πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, όταν διαδέχτηκε τον Μιλτιάδη Έβερτ το 1997.
Υπήρξε ένας από τους νεότερους σε ηλικία πρωθυπουργούς της Ελλάδας. Είναι παντρεμένος με τη Νατάσσα Παζαΐτη από το 1998 και από το 2003 είναι πατέρας δύο δίδυμων παιδιών, του Αλέξανδρου και της Αλίκης. Το 2007 επανεξελέγη Πρωθυπουργός, κερδίζοντας τις πρόωρες εκλογές. Το φθινόπωρο του 2009 ανακοίνωσε τη διεξαγωγή πρόωρων εκλογών. Μετά την ήττα του στις εκλογές της 4ης Οκτωβρίου παραιτήθηκε από την αρχηγία της Νέας Δημοκρατίας, αναλαμβάνοντας ο ίδιος την ευθύνη για το αποτέλεσμα και τους λόγους που οδήγησαν σε αυτό.
Υπήρξε Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης από τον Μάρτιο του 1997 ως τον Μάρτιο του 2004, το μακροβιότερο συνεχές διάστημα στην ελληνική πολιτική ιστορία.
Ανιψιός του Κωνσταντίνου Καραμανλή του πρεσβύτερου, γεννήθηκε στην Αθήνα στις 14 Σεπτεμβρίου 1956. Ο πατέρας του Αλέκος Καραμανλής ήταν ιδιοκτήτης εταιρείας χωματουργικών εργασιών και το 1944 παντρεύτηκε την Αλίκη Γεωργούλη. Έχει ένα μεγαλύτερο αδερφό, τον Γιώργο.
Φοίτησε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Συνεχίζοντας τις σπουδές του έγινε κάτοχος μεταπτυχιακού διπλώματος από το Πανεπιστήμιο Tufts και το τμήμα νομικής και διπλωματίας (Fletcher School of Law and Diplomacy), όπου και έγινε επίσης κάτοχος διδακτορικού διπλώματος. Σπούδασε πολιτικές επιστήμες, διεθνείς σχέσεις και ιστορία της διπλωματίας.
Ήταν μέλος της Ο.Ν.ΝΕ.Δ., της νεολαίας της Νέας Δημοκρατίας, όπου και υπήρξε υπεύθυνος για τα οργανωτικά και ιδεολογικά θέματα από το 1974 έως το 1979 και από το 1984 έως το 1989 και εξελέγη πολλές φορές στα φοιτητικά συνδικαλιστικά όργανα με την παράταξη της ΔΑΠ-ΝΔΦΚ. Συνέγραψε το βιβλίο «Ο Ελευθέριος Βενιζέλος και οι Εξωτερικές Σχέσεις της Ελλάδος 1928 - 1932» και συνεργάστηκε με το περιοδικό «Οικονομικός Ταχυδρόμος». Προλόγισε επίσης σειρά άλλων ιστορικών άρθρων και εκδόσεων. Είναι μέλος της Εταιρίας Μακεδονικών Σπουδών και ισόβιο μέλος – σύμβουλος του Ιδρύματος του θείου του, «Κωνσταντίνος Γ. Καραμανλής».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου